Skip to main content

Απιστία: σκέψεις πάνω στη θεωρία της Esther Perel

Απιστία: σκέψεις πάνω στη θεωρία της Esther Perel

Η απιστία συχνά σχετίζεται με αναζήτηση συναισθηματικής ζωής, έντασης, ελευθερίας ή ταυτότητας.

Όχι απλώς με την ικανοποίηση σαρκικής επιθυμίας.

Esther Perel

 

Η Esther Perel έχει ασχοληθεί σε βάθος με το φαινόμενο της απιστίας, προτείνοντας μια καινοτόμα, σύνθετη και συχνά προκλητική προσέγγιση στο θέμα, αποδομώντας τα παραδοσιακά δίπολα «θύματος–θύτη» ή «σωστού–λάθους». Στο έργο της The State of Affairs: Rethinking Infidelity (2017), δεν αντιμετωπίζει την απιστία αποκλειστικά ως προδοσία ή ηθικό ατόπημα, αλλά ως ένα πολύπλευρο φαινόμενο που μπορεί να αποτελεί καθρέφτη εσωτερικών συγκρούσεων, υπαρξιακής αγωνίας, ή ακόμα και προσωπικής αναγέννησης.

Υποστηρίζει ότι πολλές εξωσυζυγικές σχέσεις δεν ξεκινούν επειδή κάτι «λείπει» από τη σχέση, αλλά επειδή κάτι «λείπει» από το άτομο. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, «όταν στρεφόμαστε προς το βλέμμα κάποιου άλλου, δεν απομακρυνόμαστε πάντα από τον σύντροφό μας, αλλά από τον εαυτό που έχουμε γίνει» (Perel, 2017). Η απιστία, λοιπόν, μπορεί να λειτουργήσει ως μέσο φυγής από την καθημερινότητα, αλλά και ως προσπάθεια επανασύνδεσης με έναν χαμένο ή καταπιεσμένο εαυτό.

Παράλληλα, η Perel προτείνει ότι η απιστία δεν συνεπάγεται αναγκαστικά το τέλος μιας σχέσης. Αντιθέτως, μπορεί να αποτελέσει την αφορμή για ειλικρινή διάλογο, συναισθηματικό επαναπροσδιορισμό και πιθανή ανανέωση του δεσμού. Η προσέγγισή της προκαλεί το παραδοσιακό αφήγημα της μονογαμίας ως απόλυτο ιδανικό, και καλεί τόσο επαγγελματίες όσο και ζευγάρια να δουν την απιστία μέσα από ένα ευρύτερο ψυχοκοινωνικό και υπαρξιακό πρίσμα.

Η Esther Perel, μέσα από τις πολυετείς της συνεδρίες ως θεραπεύτρια ζευγαριών, παραθέτει πληθώρα κλινικών παραδειγμάτων που φανερώνουν πόσο ποικιλόμορφες μπορούν να είναι οι συνθήκες και τα κίνητρα πίσω από την απιστία. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η εξωσυζυγική σχέση προσφέρει στο άτομο ένα αίσθημα «ζωντάνιας» που είχε χαθεί από την καθημερινότητα ή την οικογενειακή ρουτίνα. Σε άλλες, λειτουργεί ως έκφραση αντίδρασης ή απόγνωσης. Ενδεικτικά, αναφέρεται σε μια γυναίκα που απατούσε τον σύζυγό της όχι για να απομακρυνθεί από αυτόν, αλλά για να νιώσει ξανά επιθυμητή και να ανακτήσει την επαφή με μια νεανική της εκδοχή που είχε "θαφτεί" κάτω από τον ρόλο της μητέρας και συζύγου (Perel, 2017). Aς δούμε όμως κάποιες από τις βασικές αρχές της προσέγγισης της Perel.

- Δεν απατάμε απαραίτητα επειδή είμαστε δυστυχισμένοι, αλλά επειδή θέλουμε κάτι άλλο. (Perel, 2017)

Ίσως η πιο αντισυμβατική φράση από όσα λέει η Perel για την απιστία, που φέρνει στο προσκήνιο μια διαφορετική, πιο σύνθετη οπτική της απιστίας. Σύμφωνα με την Perel (2017), η απιστία δεν είναι πάντα ένδειξη βαθιάς δυσλειτουργίας στη σχέση, αλλά μπορεί να προκύπτει από εσωτερικές ανάγκες, υπαρξιακά ερωτήματα ή την επιθυμία για ανανέωση της προσωπικής ταυτότητας. Πολλοί άνθρωποι καταφεύγουν στην απιστία όχι για να φύγουν από το σύντροφό τους, αλλά για να ξεφύγουν από αυτό που έχουν γίνει οι ίδιοι — αναζητώντας πάθος, ελευθερία, αυθορμητισμό ή απλώς μια νέα εμπειρία που τους επανασυνδέει με το "ποιοι ήταν κάποτε" ή "ποιοι θα ήθελαν να είναι".

Προτείνει να προσεγγίσουμε την απιστία όχι μόνο ως πράξη προδοσίας, αλλά και ως έκφραση προσωπικής κρίσης ή πνευματικής αναζήτησης, θα δούμε τη σημασία της κατανόησης, της ενσυναίσθησης και της ειλικρινούς επικοινωνίας μεταξύ των συντρόφων. Αυτή η ερμηνεία δεν αποσκοπεί στο να δικαιολογήσει την απιστία, αλλά στο να την εξηγήσει μέσα από ένα πιο ανθρώπινο και ψυχολογικά πολύπλοκο πρίσμα. Η κοινή αντίληψη λέει ότι «όποιος απατά, κάτι δεν πάει καλά στη σχέση του. Άρα, φταίει ο σύντροφος ή ο γάμος.» Η Perel όμως έρχεται να μας ταρακουνήσει και να πει πως απατάμε επειδή αναζητούμε κάτι μέσα μας, που έχουμε χάσει. Η απιστία δηλαδή δεν είναι πάντα κραυγή απογοήτευσης από τον άλλον. Μπορεί να είναι και μια εσωτερική κραυγή του ίδιου του εαυτού. Η απιστία, έτσι, δεν είναι πάντα προδοσία του συντρόφου. Μπορεί να είναι προσπάθεια να συναντήσεις ξανά εσένα.  

- Η απιστία μπορεί να είναι πράξη προδοσίας αλλά και πράξη εσωτερικής εξερεύνησης. (Perel, 2017)

Η φράση αυτή αναφέρεται στην ιδέα ότι η απιστία μπορεί να έχει διαφορετικές διαστάσεις και δεν είναι πάντα μια απλή πράξη προδοσίας. Η απιστία μπορεί να εκληφθεί παραδοσιακά ως πράξη προδοσίας, παραβίασης της εμπιστοσύνης και καταπάτησης της συμφωνίας αποκλειστικότητας που διέπει τις περισσότερες μονογαμικές σχέσεις, ωστόσο, η απιστία δεν είναι πάντοτε μια απλή έκφραση δυσαρέσκειας ή επιθυμίας να πληγωθεί ο άλλος. Μπορεί ταυτόχρονα να αποτελεί μια πράξη εσωτερικής εξερεύνησης και αναζήτησης του εαυτού. Μια προσπάθεια να επανενεργοποιηθεί μια ξεχασμένη πτυχή της προσωπικότητας, να βιωθεί μια αίσθηση ζωντάνιας, ελευθερίας ή επιθυμίας που έχει ατονήσει μέσα στην ασφάλεια και την προβλεψιμότητα της σταθερής σχέσης. Η πράξη της απιστίας, σε αυτό το πλαίσιο, λειτουργεί ως "καθρέφτης", όχι μόνο του τι λείπει από τη σχέση, αλλά και του τι λείπει από το ίδιο το άτομο. Αυτή η οπτική δεν αναιρεί την ηθική ή συναισθηματική βαρύτητα της προδοσίας, αλλά προσφέρει ένα βαθύτερο υπόβαθρο κατανόησης, τόσο για το άτομο που απιστεί όσο και για το άτομο που πληγώνεται. Η προσέγγιση της Perel προτρέπει σε πιο ουσιαστικό διάλογο στις ανθρώπινες σχέσεις, προσπερνώντας τον διπολισμό «θύτης-θύμα» και δίνοντας χώρο για επεξεργασία του τι σημαίνει συντροφικότητα, ειλικρίνεια και επιθυμία.

Η απιστία είναι συχνά αναζήτηση του χαμένου εαυτού, όχι μόνο του χαμένου συντρόφου. (Perel, 2017)

Η απιστία δεν είναι πάντα μια πράξη που στρέφεται εναντίον του συντρόφου. Συχνά είναι μια σιωπηλή κραυγή για τον εαυτό που έχει χαθεί μέσα στη ρουτίνα, τις υποχρεώσεις και τον συμβιβασμό της καθημερινότητας. Οι άνθρωποι απιστούν όχι πάντα επειδή επιθυμούν ένα νέο σύντροφο, αλλά επειδή μέσα από αυτή την εμπειρία αναζητούν ένα κομμάτι του εαυτού τους που έχει ατονήσει. Αναζητούν τη ζωηρότητα, τον αυθορμητισμό, το πάθος, την ανεμελιά ή ακόμα και την αίσθηση ότι είναι «ορατοί». Πρόκειται για μια εσωτερική αναζήτηση ταυτότητας ή επιβεβαίωσης, η οποία συνδέεται περισσότερο με το ποιοι θέλουμε να είμαστε, παρά με το ποιον επιθυμούμε. Δεν ψάχνουν απλώς έναν άλλον άνθρωπο. Ψάχνουν τον παλιό τους εαυτό, αυτόν που θυμούνται μόνο μέσα από τη φαντασίωση. Προσπαθούν δηλαδή να επανασυνδεθούν με μια εκδοχή του εαυτού τους που έχει χαθεί ή κατασταλεί. Αυτή η προσέγγιση δεν δικαιολογεί την πράξη, αλλά προσφέρει μια βαθύτερη ψυχολογική κατανόηση για τα κίνητρα που μπορεί να οδηγούν σε αυτήν. Άρα, ο “άλλος” δεν είναι απαραίτητα ο σκοπός, αλλά το μέσο για να επανασυνδεθεί κάποιος με αυτό που του λείπει μέσα του. Και έτσι η απιστία δεν είναι μόνο ρήγμα στη σχέση, αλλά και ρήγμα στην προσωπική αίσθηση εαυτού.

- Μπορεί να είσαι πιστός/ή στον γάμο σου αλλά να έχεις προδώσει τον εαυτό σου. (Perel, 2017)

Η Perel εδώ ανοίγει τη συζήτηση πέρα από τη στενή έννοια της απιστίας και μιλά για έναν άλλο τύπο προδοσίας — την προδοσία προς τον εαυτό μας. Μπορεί να παραμείνεις πιστός/ή εξωτερικά (δεν έχεις εξωσυζυγική σχέση, δεν παραβιάζεις τους "κανόνες"), αλλά να έχεις θάψει επιθυμίες, ανάγκες, πλευρές του εαυτού σου, να έχεις συμβιβαστεί υπερβολικά και να έχεις σταματήσει να ζεις αυθεντικά μέσα στη σχέση σου. Πολλοί άνθρωποι τηρούν με ευλάβεια τις κοινωνικές και ηθικές επιταγές της μονογαμίας, αλλά ταυτόχρονα καταπιέζουν βαθιές προσωπικές ανάγκες, επιθυμίες ή φιλοδοξίες. Άρα, ναι μεν είσαι "σωστός/ή" απέναντι στον άλλον — αλλά έχεις εγκαταλείψει κομμάτια του ποιος είσαι. Μας θυμίζει λοιπόν ότι η απιστία δεν είναι πάντα σωματική ή μια εξωτερική προδοσία. Μπορεί να είναι και υπαρξιακή. Μπορεί να έχει προηγηθεί μια εσωτερική προδοσία, όπου το άτομο χάνει την επαφή με τον αυθεντικό εαυτό του, λειτουργεί αποκλειστικά με βάση τις ανάγκες των άλλων και αμελεί τη δική του συναισθηματική και υπαρξιακή πληρότητα. Το να μείνεις σε έναν γάμο "πιστός", αλλά να έχεις προδώσει εσωτερικά τον εαυτό σου — τις επιθυμίες σου, τα όνειρά σου, τη ζωντάνια σου — είναι κι αυτό μια απώλεια, μια ρωγμή. Μπορεί κάποιος να ζει μέσα σε έναν «σωστό» γάμο, αλλά να νιώθει βαθιά αποσυνδεδεμένος από τη ζωή του. Η πίστη, λοιπόν, δεν είναι μόνο υπόθεση σωματική ή συμβατική. Είναι και θέμα αυθεντικότητας και ακεραιότητας απέναντι στον εσωτερικό κόσμο. Όταν αγνοούνται αυτές οι πτυχές, η σχέση μετατρέπεται σε μια ήσυχη φυλακή, και η πιθανότητα απιστίας —σωματικής ή συναισθηματικής— αυξάνεται, όχι τόσο από επιθυμία για κάποιον άλλο, αλλά από την ανάγκη επανασύνδεσης με τον ίδιο τον εαυτό.

- Η απιστία είναι ένα τραύμα, αλλά μπορεί να γίνει αφετηρία προσωπικής και κοινής μεταμόρφωσης. (Perel, 2017)

Αυτή η φράση αγγίζει την πιο ώριμη και ανατρεπτική θέση της Perel, ότι η απιστία, όσο επώδυνη κι αν είναι, δεν χρειάζεται να είναι το τέλος. Μπορεί να γίνει η  αρχή. Η απιστία αποτελεί αναμφίβολα ένα τραύμα: μια απότομη ρήξη της εμπιστοσύνης, μια συναισθηματική πληγή που κλονίζει την ασφάλεια και τη σταθερότητα μιας σχέσης. Για πολλούς ανθρώπους, η αποκάλυψη της απιστίας ισοδυναμεί με την κατάρρευση του κόσμου τους, συνοδευόμενη από αισθήματα προδοσίας, απόρριψης, ντροπής και θυμού. Ωστόσο, όπως επισημαίνει η Perel (2017), μέσα από την κρίση της απιστίας μπορεί να ξεκινήσει μια διαδικασία βαθιάς ενδοσκόπησης και προσωπικής μεταμόρφωσης, τόσο για το άτομο που πρόδωσε όσο και για εκείνο που πληγώθηκε. Αντί η απιστία να αποτελέσει το τέλος, μπορεί να λειτουργήσει ως αρχή για να τεθούν δύσκολα ερωτήματα, να επαναξιολογηθεί η σχέση, να εκφραστούν βαθύτερες ανάγκες και να ξεκινήσει μια ειλικρινής ανασυγκρότηση — ή, σε κάποιες περιπτώσεις, μια προσωπική αναγέννηση έξω από τα όρια της σχέσης. Έτσι η απιστία παύει να είναι μόνο ένα τραύμα, και γίνεται και μια ρωγμή μέσα από την οποία μπορεί να περάσει φως. Είναι μια στιγμή κρίσης που μπορεί να γίνει αφετηρία για βαθύτερη κατανόηση του εαυτού μας, για νέα μορφή σχέσης, για ειλικρινή επανεκκίνηση.

Η απιστία μπορεί να αποκαλύψει όχι μόνο τι «δεν πήγε καλά» στη σχέση, αλλά και τι λείπει από την προσωπική ζωή καθενός από τους εμπλεκόμενους. Μέσα από αυτή την πρόκληση μπορεί να ξεκινήσει ένας δρόμος ενδυνάμωσης, όπου τα άτομα ανακτούν τη φωνή τους, επαναπροσδιορίζουν τον εαυτό τους και είτε χτίζουν μια νέα μορφή συντροφικότητας, είτε πορεύονται αυτόνομα με μεγαλύτερη αυτογνωσία.

Η προσέγγιση της Perel δεν είναι ανεπίδεκτη κριτικής. Ορισμένοι θεραπευτές την κατηγορούν ότι ρομαντικοποιεί ή ψυχολογικοποιεί υπερβολικά την απιστία, αποδυναμώνοντας έτσι τη σοβαρότητα της προδοσίας και το ψυχολογικό τραύμα που βιώνει ο/η σύντροφος που προδίδεται. Άλλοι πάλι την επικρίνουν ότι ενδέχεται να υποβαθμίζει τον πόνο του απατημένου συντρόφου ή να εξωραΐζει την πράξη της απιστίας. Για παράδειγμα, ο θεραπευτής Daniel Dashnaw (2025) επισημαίνει ότι η έλλειψη διαφάνειας μπορεί να εμποδίσει την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης λέγοντας πως «Η ευθύνη χωρίς διαφάνεια είναι μια ψευδαίσθηση».

Άλλοι όμως υποστηρίζουν ότι η δουλειά της Perel προσφέρει έναν απενοχοποιημένο και θεραπευτικά γόνιμο λόγο, ο οποίος επιτρέπει στα ζευγάρια να προσεγγίσουν την κρίση όχι μόνο ως αφορμή χωρισμού, αλλά και ως μοναδική ευκαιρία επανασύνδεσης σε πιο ειλικρινή βάση. Αναγνωρίζουν την αξία της στην κατανόηση των βαθύτερων αιτίων της απιστίας και στη διευκόλυνση της θεραπευτικής διαδικασίας. Η Pope (2025) σημειώνει ότι η απιστία μπορεί να αποκαλύψει τις διαφορές μεταξύ των ρόλων που υιοθετούμε στις σχέσεις μας και των επιθυμιών μας για προσωπική έκφραση και ελευθερία. Επιπλέον, με το να συμπεριλαμβάνει διαφορετικά πολιτισμικά και κοινωνικά πλαίσια στο έργο της, ανοίγει το δρόμο για μια πιο πολυφωνική κατανόηση της απιστίας — όχι ως μία ενιαία πράξη, αλλά ως συλλογή εμπειριών και νοημάτων που εντάσσονται στην προσωπική και διαπροσωπική ιστορία κάθε ατόμου.

Στο θεραπευτικό πλαίσιο, η Perel προτείνει πρώτα την αναγνώριση της απιστίας ως ψυχολογικό τραύμα, ειδικά για τον απατημένο σύντροφο, που βιώνει συναισθηματικό σοκ, απώλεια σταθερότητας και αμφισβήτηση της προσωπικής του αξίας. Η θεραπεία εστιάζει στην επεξεργασία αυτών των συναισθημάτων και στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης. Παράλληλα, ενθαρρύνεται η από κοινού διερεύνηση των βαθύτερων αιτίων της απιστίας, όχι με στόχο τον καταλογισμό ευθυνών, αλλά την κατανόηση των ανεκπλήρωτων αναγκών και των δυναμικών της σχέσης. Η Perel εισηγείται την αναδόμηση του αφηγήματος του ζευγαριού, με στόχο είτε τη δημιουργία μιας νέας σχέσης με τον ίδιο σύντροφο – με ανανεωμένους όρους, καλύτερη επικοινωνία και αυξημένη επίγνωση – είτε την επίγνωση ότι η σχέση έχει ολοκληρώσει τον κύκλο της. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται και στην ενσωμάτωση της επιθυμίας και της σεξουαλικότητας ως βασικά συστατικά της προσωπικής ταυτότητας, της αυτονομίας και της εγγύτητας.

Δεν είναι κάθε σχέση προορισμένη να επιβιώσει μετά από την απιστία. Όμως όσες το καταφέρνουν, συχνά εμφανίζουν πιο αυξημένα επίπεδα ειλικρίνειας, διαύγειας και συναισθηματικού βάθους. Μέσα από την κρίση της απιστίας, το ζευγάρι έχει τη δυνατότητα να εξελιχθεί, να εμβαθύνει τη μεταξύ του σύνδεση και να ανακαλύψει ένα νέο νόημα στη σχέση – καθιστώντας την απιστία όχι μόνο μια πληγή, αλλά και μια πιθανή αφετηρία μεταμόρφωσης (Perel, 2017).

 

Σας ευχαριστώ

gio.png

 


 Perel, E. (2017). The state of affairs: Rethinking infidelity. Harper.​

Perel, E. (2017, April). Rethinking infidelity: A talk for anyone who has ever loved [Video]. TED Conferences. https://www.ted.com/talks/esther_perel_rethinking_infidelity_a_talk_for_anyone_who_has_ever_loved

Dashnaw, D. (2025). A critique of Esther Perel's position on transparency in infidelity. Retrieved from https://danieldashnawcouplestherapy.com/blog/esther-perels-position-on-transparency-in-infidelityDaniel Dashnaw

Pope, S. (2025). The complexity of infidelity and how to begin healing. Retrieved from https://sharonpope.com/marriage-advice/affairs/the-complexity-of-infidelity-and-how-to-begin-healing